Η «Ύπαιθρος Χώρα» στις Σέρρες
«Εχουμε πλούσιο κάμπο, αλλά είμαστε από τους πιο φτωχούς νομούς της χώρας». Την εκτίμηση αυτή ακούσαμε σχεδόν από όλους και όλες που συναντήσαμε στις Σέρρες, στη διάρκεια του οδοιπορικού της «ΥΧ» στην Κεντρική Μακεδονία.
Οι Σέρρες έχουν μια παράδοση και ένα παρελθόν με την καπνοκαλλιέργεια. Τα καπνά για δεκαετίες αποτελούσαν την κύρια πηγή εσόδων για χιλιάδες οικογένειες της σερραϊκής γης: «Κάποτε βγάζαμε γιατρούς με 10 στρέμματα καπνό. Τώρα, με δυσκολία μπορείς να ζήσεις την οικογένεια». Οι γονείς διώχνουν τα παιδιά τους: «Δεν υπάρχει προοπτική. Όλα τα καπνοπαραγωγικά χωριά έχουν την μεγαλύτερη μετανάστευση». Άλλωστε, τα παιδιά τους όπως λένε, έζησαν δύσκολα χρόνια, βοηθώντας την οικογένεια στην καλλιέργεια: «Όλο το καλοκαίρι ξύπναγαν μαζί μας στη 1 το βράδυ για την καλλιέργεια. Άκουγαν για την θάλασσα και δεν την έβλεπαν».
Στο μαγευτικό τοπίο, που αγναντεύαμε από ψηλά από κτήμα κρασιού, έλειπε ένα βασικό στοιχείο. Ήταν αυτό, των ανθισμένων και φορτωμένων αμπελιών, για να συμπληρώσει όλη αυτή την πανέμορφη εικόνα, από την χαώδη έκταση πράσινου.
Η διαδρομή προς τη λίμνη Κερκίνη έκρυβε τα δικά της μυστικά, αλλά και εκπλήξεις. Μείναμε στην κυριολεξία με το στόμα ανοιχτό, όταν είδαμε στον δρόμο μας, κάπου μέσα στην λίμνη, να μουλιάζουν, αμέριμνοι στον φυσικό τους χώρο, νεροβούβαλοι, και να στέκονται εκεί επιβλητικά.
Σε κάθε οδοιπορικό μας, όταν ακούμε για γυναίκες που δραστηριοποιούνται και παλεύουν μέσα από τους Γυναικείους Συνεταιρισμούς, καταβάλλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να τις συναντήσουμε. Έτσι και εδώ, λίγα χιλιόμετρα μόλις από τα σύνορα, στα γραφικά Άνω Πορόια, συναντηθήκαμε με τις γυναίκες αυτές που, παρά τις δυσκολίες, ενώνουν τις δυνάμεις τους και δημιουργούν.
Κτήμα ΝΕΡΑΤΖΗ
Κάθε μέρα μια καινούργια περιπέτεια
Μπορεί η αρχική του αγάπη να ήταν ο αθλητισμός (καθηγητής φυσικής αγωγής και προπονητής πάλης), όμως η οινοποιία είναι αυτή που τα τελευταία 13 χρόνια μονοπωλεί την επαγγελματική ζωή του Νερατζή Μητρόπουλου και της κόρης του Εύης (με σπουδές χημικού στο ΑΠΘ – κατεύθυνση στα τρόφιμα και μεταπτυχιακές σπουδές στην οινολογία στην Ντιζόν της Γαλλίας).
«Το 2003 πήραμε την απόφαση να έρθουμε στην ιστορική περιοχή της Πεντάπολης λίγο έξω από την πόλη των Σερρών και να αγοράσουμε κάποια έκταση. Η Πεντάπολη έχει μακραίωνη οινοποιητική ιστορία από το 1840», μας αναφέρει ο ιδιοκτήτης του Οινοποιείου Νερατζή. Το οινοποιείο ξεκίνησε να κατασκευάζεται τρία χρόνια μετά, το 2006.
Και προσθέτει: «Τυχαία βρεθήκαμε σε έναν πολύ φημισμένο αμπελώνα και μέσα σε 13 χρόνια φυτέψαμε όλη την έκταση. Είναι τόπος ευλογημένος για το κρασί και γι’ αυτό η καλλιέργεια των αμπελώνων γίνεται χωρίς λιπάσματα και ραντίσματα. Έχουμε βραβευθεί δύο φορές με 4 μετάλλια σε διαγωνισμούς στο Βερολίνο. Στην ιδιοκτησία μας έχουμε και έναν μουσειακό αμπελώνα (από το 1929), που βρίσκεται στην κορυφή της Πεντάπολης».
Το οινοποιείο παράγει 9 ετικέτες, σιρά, μερλό, καμπερνέτ, κόνιαρος από κόκκινες ποικιλίες και από λευκές, μαλαγουζιά, σαρντονέ, ασύτρικο ασπρούδα Σερρών και λίγο ροδίτη. «Την ασπρούδα Σερρών και τον κόνιαρο παράγουμε μόνο εμείς. Τα κρασιά μας βρίσκονται σε όλο τον κόσμο, κυρίως σε εστιατόρια βραβευμένα με αστέρια Μισελέν. Την ποικιλία κόνιαρος ήμασταν οι πρώτοι που την καταγράψαμε στις αμπελουργικές ποικιλίες της Ελλάδας και κατ’ επέκταση και της Ευρώπης», σημειώνει ο Ν. Μητρόπουλος.
Το οινοποιείο εξάγει το 50% της παραγωγής του. «Από 100 στρέμματα ιδιόκτητων αμπελώνων βιολογικής διαχείρισης παράγουμε περίπου 60.000 φιάλες κρασιού ετησίως», μας λέει. Από την πλευρά της, η κόρη του Εύη τονίζει πως το κρασί είναι ένα προϊόν που εμπεριέχει την δημιουργία. «Κάθε χρονιά αποτελεί και μία καινούργια περιπέτεια», μας εξηγεί. Όσον αφορά τις ποικιλίες, υπογραμμίζει ότι η κόκκινη ποικιλία του κόνιαρου είναι μια πολύ δυναμική ποικιλία, δύσκολη στην οινοποίηση, που δε μοιάζει με κάποια άλλη ενώ έχει μεγάλη δυνατότητα παλαίωσης. Προσθέτει, τέλος, ότι «με δική μας πρωτοβουλία και με σε συνεργασία με το ΥΠΑΑΤ αναγνωρίστηκε ως γηγενής η ποικιλία μετά από οχτώ χρόνια (με τεστ DNA).
Αγροτικός καπνικός συνεταιρισμός Σερρών «Εμμανουήλ Παππά»
Ανάγκη η μείωση του κόστους και η αύξηση της εμπορικής τιμής
Οι Σέρρες έχουν μακρά παράδοση με την καλλιέργεια του καπνού. Γενιές και γενιές, οικογένειες και οικογένειες, ασχολήθηκαν, έζησαν και μεγάλωσαν από τα καπνά. Στον νομό, δεν υπάρχει χωριό που να βρίσκεται στους πρόποδες βουνών και να μην έχει καπνά, μιας και καλλιεργείται σε ορεινές και ημιορεινές περιοχές. Μέχρι πριν κάποια χρόνια, η περιοχή αριθμούσε περίπου 5.000 παραγωγούς καπνών. Σήμερα, όμως, η κατάσταση είναι λίγο διαφορετική. Η πτώση των τιμών, αλλά και η μη είσοδος νέων αγροτών, αποτελούν δύο από τα πιο σημαντικά προβλήματα, που οδήγησαν στη μείωση της παραγωγής και της καλλιέργειας.
Ο καπνός είναι από τα προϊόντα που έχει οργανωμένους Συνεταιρισμούς, περίπου 20 σε όλη την χώρα, ειδικότερα από την Βόρεια Ελλάδα και μέχρι τα Τρίκαλα, δημιουργώντας την Πανελλήνια Διεπαγγελματική Οργάνωση. Σε έναν από αυτούς, στον Αγροτικό Καπνικό Συνεταιρισμό Σερρών «Εμμανουήλ Παππά», που λειτουργεί από το 2007 με 800 ενεργά μέλη, βρέθηκε η «ΥΧ».
Το 2015 στην περιοχή δραστηριότητας του Συνεταιρισμού καλλιεργήθηκαν 12.735 στρέμματα, ενώ σε όλο τον νομό έφτασαν τα 24.000 στρέμματα. Στην περιοχή καλλιεργείται μόνο η ποικιλία Μπασμάς, ο οποίος είναι 100% εξαγώγιμος και έχει ζήτηση. Τα καπνά αποφέρουν έσοδα, σύμφωνα με τη διοίκηση του Συνεταιρισμού, 6 με 7 εκατ. ευρώ για τον δικό τους Συνεταιρισμό, και άλλα 5 με 6 εκατομμύρια για τον δεύτερο Συνεταιρισμό της περιοχής, αυτόν της Νιγρίτας. Παράλληλα, ο νομός παράγει 2.500 με 3.000 τόνους, ποσότητες μειωμένες σε σχέση με τις καλές χρονιές του 2002 και 2003, που έφταναν τους 7.000 τόνους. Η πτώση έχει ξεκινήσει από το 2005.
Παραγωγή
«Φέτος είχαμε μειωμένη παραγωγή κατά 400 τόνους, φτάνοντας από τους 1.900 στους 1.500. Η μείωση οφείλεται στις μειωμένες τιμές, ενώ εγκαταλείπουν την καλλιέργεια μεγάλοι σε ηλικία άνθρωποι. Πέρσι η τιμή έφτασε σχεδόν στο κόστος παραγωγής, το οποίο ήταν στα 3,84 ευρώ το κιλό. Έτσι, όταν ο παραγωγός πληρώνεται με 4,37 ευρώ, στην ουσία του μένουν 40 με 50 λεπτά», μας λέει ο πρόεδρος του Συνεταιρισμού, Μόσχος Παπαδόπουλος.
Ο κ. Παπαδόπουλος σημειώνει ότι «αν οι εταιρείες δεν αφήσουν τα κερδοσκοπικά τους παιχνίδια και αν μας δουν μόνο ως συνεργάτες και όχι ως είδος προς εκμετάλλευση και δεν πάμε σε ένα στήσιμο 5 ευρώ, τότε σιγά-σιγά θα σβήσει η καλλιέργεια». Όπως μας εξηγεί, η μείωση της καλλιέργειας εμφανίστηκε από τότε που απελευθερώθηκε η επιδότηση: «Σε μας τα καπνοπαραγωγικά χωριά, που και ο πληθυσμός είναι πιο ώριμος, οι επιδοτήσεις μας προέρχονταν από τον καπνό. Οπότε, με το τέλος των επιδοτήσεων, και αν δεν μπουν όλοι στην ολοκληρωμένη διαχείριση, θα πάθουμε μεγάλη ζημιά. Θα ψάξουμε να βρούμε άλλο δρόμο επιβίωσης».
Εργατικό δυναμικό
Ένα μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν, στο οποίο συμφωνεί και ο Κωνσταντίνος Παπαδόπουλους, υπεύθυνος γραφείου, είναι η έλλειψη εργατικού δυναμικού. Σημειώνουν ότι ενώ έχουν προγραμματίσει να σπείρουν μια συγκεκριμένη ποσότητα, δεν μπορούν να την βγάλουν λόγω των εργατών, που έρχονται και στην συνέχεια φεύγουν. «Επίσης, πολλοί δεν θέλουν τα εργόσημα. Εμείς τα θέλουμε, γιατί εκπίπτουν από την εφορία και είμαστε και εμείς νόμιμοι», λέει.
Ο Καπνικός Συνεταιρισμός, από τότε που δημιουργήθηκε, το 2007, εφαρμόζει ολοκληρωμένη διαχείριση στην παραγωγή καπνών. «Όλα τα καπνά είναι πιστοποιημένα και αυτό έγινε μετά από απαίτηση των αγοραστών και πολυεθνικών εταιρειών, που είναι οι τελικοί αγοραστές των καπνών. Με την εφαρμογή της ολοκληρωμένης διαχείρισης, σκοπός ήταν να ελαχιστοποιηθούν τα υπολείμματα των φυτοφαρμάκων και να μειωθεί το κόστος παραγωγής. Είχαμε πολύ θεαματικά αποτελέσματα από την 1η – 2η χρονιά εφαρμογής. Τα υπολείμματα έπεσαν, το κόστος παραγωγής μειώθηκε κατά μεγάλο ποσοστό», λέει ο Κων. Παπαδόπουλος.
Μέχρι το 2009, ο παραγωγός έπαιρνε μια ενίσχυση για την εφαρμογή της ολοκληρωμένης διαχείρισης. Παραγωγοί κατάφεραν να μπουν στο πρόγραμμα του δεύτερου πυλώνα της προηγούμενης προγραμματικής περιόδου και πήραν 93 ευρώ το στρέμμα. «Το πρόγραμμα αυτό ήταν δύσκολο στην εφαρμογή του και δεν μπόρεσαν να ενταχθούν όλοι. Ζήτημα να έχει ενταχθεί το 1/5 των παραγωγών. Επίσης, έχει επιπλέον κόστος για τον παραγωγό, γιατί χρειάζονται πιστοποιήσεις, τεχνικοί σύμβουλοι, γεωπόνοι. Το πρόγραμμα ξεκίνησε να εφαρμόζεται από το 2012 και πληρώθηκε για την πρώτη εφαρμογή του, τον Δεκέμβρη του 2015», σημειώνει ο Κ. Παπαδόπουλος.
Τονίζει δε, ότι «ο Μπασμάς είναι περιζήτητος σε όλο τον κόσμο, τον θέλουν παντού αλλά δυστυχώς οι τιμές που δίνουν δεν καλύπτουν τις ανάγκες του παραγωγού».
Δίπλα στον Παραγωγό
Στον Καπνικό Συνεταιρισμό, το τελευταίο διάστημα, οι αγρότες μπορούν να υποβάλλουν τις δηλώσεις του ΟΣΔΕ. Παράλληλα, γίνονται προσπάθειες προκειμένου να μειωθεί το κόστος παραγωγής, ενώ ο Συνεταιρισμός προμηθεύει τους παραγωγούς με φάρμακα, λιπάσματα, εφόδια με πίστωση, που αποπληρώνουν τον Νοέμβρη, όταν πωλούνται τα καπνά.
«Από την αρχή της καλλιέργειας, από την σπορά, αλλά και μέσα στην καλλιέργεια, είμαστε δίπλα στον παραγωγό για ό,τι αυτός χρειαστεί», μας λέει η Δήμητρα Μανωλούδη, γεωπόνος του Συνεταιρισμού. Σε ό,τι αφορά την καλλιέργεια, μας λέει ότι ο καπνός θέλει ξηροθερμικές συνθήκες. Η εποχή της σποράς ξεκινά στις αρχές Μάρτη και ολοκληρώνεται στα μέσα, αλλά υπάρχουν και περιοχές πιο όψιμες και η μεταφύτευση γίνεται κατά τον Μάη. Η συγκομιδή ξεκινά τον Ιούλη και ολοκληρώνεται τον Σεπτέμβρη – Οκτώβρη.
Λίμνη Κερκίνη: Με σήμα τους… νεροβούβαλους
Στη Λίμνη Κερκίνη, ζει και αναπαράγεται το μεγαλύτερο μέρος των νεροβούβαλων που υπάρχουν στην Ελλάδα. Το ελληνικό βουβάλι ανήκει στις αυτόχθονες φυλές (επιδοτούνται μέσω του ΠΑΑ) και αγαπά ιδιαίτερα το νερό. Στην περιοχή υπάρχουν περίπου 10 μονάδες εκτροφής, ενώ τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια στροφή προς το κρέας και τα προϊόντα του, μιας και, σύμφωνα με μελέτες που πραγματοποιήθηκαν, αποδεικνύεται ότι έχει ιδιαίτερα ευεργετικές ιδιότητες. Παράλληλα, παρουσιάζεται και αύξηση στην εκτροφή τους, φτάνοντας πλέον τα 3.800 ζώα περίπου.
Οι βουβαλοτρόφοι έχουν συστήσει από το 2003 τον δικό τους Συνεταιρισμό (Συνεταιρισμός Βουβαλοτρόφων Ελλάδος), με τα περισσότερα μέλη του ΔΣ να προέρχονται από την Κερκίνη. Σύμφωνα με όσα μας έκαναν γνωστά, συνολικά στην περιοχή υπάρχουν 10 μονάδες εκτροφής, 2 στην Κομοτηνή, 1 στα Γιαννιτσά (με 8 ζώα), από μια στη Λαμία και στον Σπερχειό, 1 στην Αιτωλοακαρνανία ενώ υπάρχουν και 2 νεροβούβαλοι στην Φλώρινα (στο νησάκι Άγιος Αχίλλειος).
Ο Ανδρέας Ανδρεάδης είναι ένας από τους εκτροφείς βουβαλιών, που ζει στην περιοχή της Κερκίνης, διαθέτοντας μονάδα με 250 βουβάλια. Ασχολήθηκε με τα βουβάλια από το 2002. Πριν, ήταν υλοτόμος και καπνοπαραγωγός, καλλιεργώντας περίπου 100 στρέμματα: «Η ξυλεία δεν προχωρούσε ενώ και η καλλιέργεια του καπνού όδευε προς το τέλος της. Έτσι, κάναμε το βήμα και προχωρήσαμε στην εκτροφή βουβαλιών», μας λέει. Και πρόσθεσε: «Στην περιοχή ήμουν ο πρώτος που ξεκίνησα το άρμεγμα και την εκμετάλλευση του γάλακτος, με το οποίο η σύζυγός μου έφτιαχνε γιαούρτι, καζάν ντιπί, τυρί. Λόγω της αύξησης του τουρισμού, τα προϊόντα μας έγιναν γνωστά, αφού λεωφορεία με τουρίστες σταματούσαν στο σπίτι και δοκίμαζαν το βούτυρό μας. Τότε, η παραγωγή μας σε γάλα ήταν πολύ μικρή (20-30 κιλά). Σήμερα, όταν έχουμε μεγάλη παραγωγή, φτάνουμε και τα 300 κιλά την ημέρα. Τα βουβάλια μπορείς να τα αρμέγεις μέχρι και 8 μήνες ενώ η τιμή του γάλακτος ξεκίνησε από 1,80, πήγαμε 1,50 ευρώ και καταλήξαμε τώρα στο 1,30 ευρώ».
Επιπλέον, ο Α. Ανδρεάδης μας μίλησε για τα πλεονεκτήματα του βουβαλίσιου κρέατος και γάλακτος: «Είναι κόκκινο κρέας, δεν έχει λίπος, είναι το πιο χαμηλό σε χοληστερόλη και έχει αυξημένο σίδηρο. Επίσης, το κρέας του δεν επιδέχεται μεγάλης επεξεργασίας και μαγειρεύεται περισσότερο στη γάστρα. Το γάλα του είναι παχύ, πλούσιο σε πρωτεΐνες και πολύ χαμηλό σε χοληστερόλη. Επίσης, το ελληνικό βουβαλίσιο γάλα είναι ποιοτικότερο από τα ξένα, για παράδειγμα το ιταλικό».
Αναφερόμενος στο κόστος παραγωγής, ο κτηνοτρόφος από την Κερκίνη μας εξηγεί ότι μέχρι να φθάσει το βουβάλι στην παραγωγική ηλικία των 2 ετών τα έξοδα είναι πολλά, παρά το γεγονός ότι παράγουν μόνοι τους τις ζωοτροφές (καλαμπόκι, τριφύλλι κ.λπ). «Έχει κοστολόγιο 850 ευρώ. Παλαιότερα, πουλούσαμε το κρέας 4 ευρώ το κιλό, και ερχόταν μία η άλλη. Με την σημερινή τιμή στα 4,50 ευρώ, βγάζεις ένα μεροκάματο. Ωστόσο, τα νέα ασφαλιστικά και φορολογικά μέτρα θα μας εξολοθρεύσουν».
Βουβαλίσιος καβουρμάς, όπως παλιά και με ιχνηλασιμότητα
Το βουβαλίσιο κρέας στην διατροφική συνήθεια του Έλληνα καταναλωτή κατάφεραν να βάλουν οι αδερφοί Μπόρα. Η αρχή έγινε το 2001 όταν… έσκασε το πανευρωπαϊκό διατροφικό σκάνδαλο με τη νόσο των τρελών αγελάδων και ο καταναλωτής στράφηκε ξανά στα ντόπια κρέατα. Μέχρι τότε και από το 1987, η επιχείρησή τους είχε ως κύρια απασχόληση το χοιρινό κρέας από τη μονάδα τους και μοσχαρίσιο από την περιοχή. Αποφάσισαν, την περίοδο εκείνη, να δοκιμάσουν την αγορά με ένα ακόμη κρέας που υπήρχε στην περιοχή και ήταν το βουβάλι.
Στην αρχή, ένα βουβάλι 150 κιλών πουλήθηκε σε 6 μήνες, φτάνοντας το 2015 να πωλούνται 50 τόνοι βουβαλίσιου κρέατος. Για να γίνει αυτό, πέρασαν από πολλά στάδια. Το προϊόν που τους βοήθησε για να τους γνωρίσει ο καταναλωτής ήταν ο καβουρμάς τους, ο οποίος έχει βραβευτεί σε πολλούς διαγωνισμούς. Πρόκειται για παραδοσιακό προϊόν,
που το έφεραν στην περιοχή πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία. Ο καβουρμάς, όπως μας εξηγεί ο Ζέλιος Μπόρας, ήταν τρόπος συντήρησης του κρέατος: «Σφάζαμε τα ζώα και για να τα διατηρήσουμε, τα βράζαμε 4-5 ώρες, το τοποθετούσαμε σε πιθάρια και από πάνω το σφραγίζαμε με λίπος. ‘Ετσι, όλο τον χειμώνα είχαμε απ’ αυτό το κρέας. Σήμερα, ακολουθούμε αυτήν ακριβώς τη διαδικασία, που γίνεται εδώ και δεκάδες χρόνια, διαλέγοντας τα πιο μαλακά μέρη του κρέατος, χωρίς συντηρητικά και χωρίς πρόσθετα».
Η εταιρεία εφαρμόζει και ένα πρόγραμμα ιχνηλασιμότητας για τον καταναλωτή. Όταν ο καταναλωτής παίρνει στα χέρια του ένα δικό τους προϊόν, ακόμα και μέσα από το κινητό του τηλέφωνο, μπορεί να σκανάρει τον κωδικό και να δει όλα τα στοιχεία του παραγωγού, την περιοχή και τον χάρτη.
Ζυμαρικά με γκουρμέ …προδιαγραφές
Ο Νίκος Γεωργίτσας και η Γεωργία Ανδρεάδου είναι ένα νέο ζευγάρι, συνοδοιπόροι στη ζωή και τη δουλειά. Το 2008, έκαναν το βήμα να δημιουργήσουν ένα εργαστήριο ζυμαρικών στα Ανω Πορόια, κάνοντας τους εαυτούς τους ίσως τους πρώτους που εκμεταλλεύτηκαν το βουβαλίσιο γάλα της περιοχής και να φτιάξουν τα παραδοσιακά ζυμαρικά και τις χυλοπίτες τους.
«Στήσαμε αυτήν τη δουλειά για να μείνουμε εδώ», μας λέει ο Νίκος, ο οποίος έχει κατοχυρώσει την πατέντα και το όνομα για τα ζυμαρικά με βουβαλίσιο γάλα. Όπως σημειώνει, όταν ξεκινήσανε τα προϊόντα με βουβαλίσιο γάλα, δεν υπήρχαν άλλα: «Είμαστε οι πρώτοι. Στην πορεία κάποιοι μας αντιγράψανε, αλλά πιστεύω ότι ο κόσμος μπορεί να καταλάβει και να ξεχωρίσει. Μας παίρνουν τηλέφωνο και μας λένε, μην το χαλάσετε. Και όντως δεν το έχουμε χαλάσει, αλλά συνέχεια το εξελίσσουμε και το κάνουμε καλύτερο».
Αυτή την στιγμή μετρούν 19 κωδικούς, από 6 όταν πρωτοξεκίνησαν. Περιέχουν όλα γάλα και αβγό, καθόλου νερό και η υγρασία που χρειάζεται το ζυμαρικό προέρχεται μόνο από αυτά. Ο Νίκος Γεωργίτσας σημειώνει ότι τα προϊόντα βρίσκουν την απήχηση που τους αξίζει, ενώ αυτά που ξεχωρίζουν είναι η χυλοπίτα και ο τραχανάς. Συγχρόνως, βγήκαν στην αγορά νέες γεύσεις, όπως πικάντικη παπαρδέλα, κριθαράκι με πιπεριά Φλωρίνης και με πράσινα λαχανικά.
«Αν δεν αγαπάς αυτό που κάνεις, δεν μπορείς να πετύχεις. Ναι, το όνομα κάνει εντύπωση στην αγορά, αλλά αυτό που μετράει είναι η ποιότητα και για μας έχει μεγάλη σημασία. Αυτός που θα δώσει τα χρήματα για να το πάρει, θέλουμε να μείνει ευχαριστημένος για να το ξαναπάρει», τονίζει.
Γυναικείος Αγροτικός Συνεταιρισμός Ανω Πορόια Σερρών
Πόλος έλξης για ντόπιους και επισκέπτες
Ξεχωριστή παρουσία και χρώμα δίνουν σε κάθε περιοχή που δρουν οι γυναίκες μέσα από τους Συνεταιρισμούς τους. Έτσι και στα γραφικά Ανω Πορόια Σερρών, το δικό τους στίγμα αφήνουν οι γυναίκες της περιοχής, που εδώ και 17 χρόνια, μέσω του Γυναικείου Αγροτικού Συνεταιρισμού, δίνουν τις μικρές και μεγάλες μάχες τους. Στον χώρο τους μας υποδέχτηκαν εγκάρδια, λες και μας περίμεναν, φιλεύοντάς μας από ένα χειροποίητο γλυκό και η κουβέντα μας ξεκίνησε.
«Η δουλειά εδώ είναι καθημερινή, αλλά μας αρέσει», μας λέει η Μαρία Πετούλη, ένα από τα 8 μέλη του Συνεταιρισμού, που ίδρυσαν και λειτουργούν τον Συνεταιρισμό. Πριν, τόσο αυτή όσο και ο σύζυγός της, οικογενειακά ήταν αγρότες και η κύρια απασχόλησή τους ήταν τα καπνά. Όμως, «τα σταματήσαμε γιατί παίρναμε πολύ χαμηλές τιμές».
Η βασική ιδέα για τη δημιουργία του Συνεταιρισμού, όπως μας λέει η Ρένα Κιομουρτζή, ήρθε από έναν συντοπίτη της, που τις παρότρυνε να αξιοποιήσουν ένα πρόγραμμα για την γυναικεία επιχειρηματικότητα. «Επειδή το χωριό μας είναι τουριστικό, είπαμε να προχωρήσουμε στην ίδρυσή του, για να έχουμε και εμείς ένα μικρό εισόδημα. Στην αρχή ξεκίνησε σαν δεύτερο συμπληρωματικό εισόδημα, αλλά σιγά-σιγά έγινε κύρια απασχόληση», τονίζει, σημειώνοντας ότι όλα τα έσοδα επενδύθηκαν στο εργαστήριο αλλά και στον χώρο εστίασης και πώλησης των προϊόντων τους.
Παρά την κρίση, η φήμη τους προπορεύεται σε πολλές περιοχές της χώρας, γιατί τα προϊόντα τους είναι όλα βιολογικά αλλά και ιδιαίτερα ποιοτικά. Μάλιστα, η συλλογή της πρώτης ύλης των φρούτων και των αρωματικών για την παρασκευή των γλυκών τους γίνεται από τις ίδιες, με τη βοήθεια των παιδιών και των συζύγων τους. Εκτός από τα γλυκά κουταλιού και μαρμελάδες, φτιάχνουν ζυμαρικά, τραχανά με τσουκνίδα, ξινό και γλυκό και πίτες, χρησιμοποιώντας συνταγές από τις γιαγιάδες και τις μαμάδες τους, και μόνο με αγνά υλικά.
Η καθημερινότητα είναι ξεχωριστή, μας λέει η Ρ. Κιομουρτζή, γιατί «κάθε μέρα κάνουμε και κάτι διαφορετικό. Τώρα πια, έχουμε γίνει μια οικογένεια με όλες τις γυναίκες και μαζί προσπαθούμε για το καλύτερο του Συνεταιρισμού». Παράλληλα, ο χώρος εστίασης που έχουν δημιουργήσει με μεράκι αποτελεί σημείο συνάντησης και για τις υπόλοιπες γυναίκες του χωριού, οι οποίες, όπως μας είπαν, «περιμένουν την Κυριακή για να έρθουν και να φάνε την πίτα τους, να πιούν το καφεδάκι τους. Τους έχουμε δώσει ένα κίνητρο για να βγαίνουν».
Των Ανθής Γεωργίου και Κυριάκου Λάμπρου