Κ. Τριανταφυλλόπουλος: Είχα την τύχη να κατάγομαι από αγροτική οικογένεια
Συνέντευξη στον Νίκο Γαργαλάκο
Οι προκλήσεις στην επαγγελματική ζωή ενός ηθοποιού είναι άφθονες. Στο υποκριτικό του ταξίδι, ο Κώστας Τριανταφυλλόπουλος είναι ένας από τους καλλιτέχνες που δεν δίστασαν να τις αντιμετωπίσουν και, κυρίως, να αντεπεξέλθουν με απόλυτη επιτυχία. Βρεθήκαμε, λοιπόν, να μιλάμε μαζί του, με αφορμή τη θεατρική δουλειά στην οποία πρωταγωνιστεί αυτή τη σεζόν. Ένα έργο που θίγει σαθρές νοοτροπίες, αντιλήψεις μιας άλλης εποχής, μα και καταστάσεις όπως ο παραγκωνισμός ανθρώπων –εν προκειμένω του θεσσαλικού κάμπου–, οι οποίες καλά κρατούν σήμερα.
Αυτή την περίοδο πρωταγωνιστείτε στο «Πανηγύρι» του Δημήτρη Κεχαΐδη…
Το έργο είναι από τα πιο σπουδαία του μεταπολεμικού ελληνικού δραματολογίου. Αφορά μια εποχή που για εμάς είναι μακρινή και ταυτόχρονα κοντινή, βρίσκεται σε ένα μεταίχμιο, αμέσως μετά τον Εμφύλιο. Υπάρχει το κίνημα της αστυφιλίας, η μετανάστευση και ένας κόσμος που ζει σχεδόν στο περιθώριο. Ο Κεχαΐδης επικεντρώνει σε αυτούς τους ανθρώπους, που, αν όχι στο περιθώριο, ζούν κάτω από ακραίες συνθήκες. Πρόκειται για την οικογένεια ενός παπλωματά, ο οποίος ακολουθεί τα πανηγύρια στον θεσσαλικό κάμπο τα καλοκαίρια και τον χειμώνα μεταφέρεται διαρκώς και ζει σε μια σκηνή με την οικογένεια του. Όλοι μαζί, βρίσκονται σε μια βαθιά κρίση. Ο χαρακτήρας που υποδύομαι είναι μοναδικός, πρωτότυπης σύλληψης. Η οπτική του για τον κόσμο είναι πιο ανεπτυγμένη, πιο ποιητική, παρότι είναι ένας αγρότης, ένας γήινος. Είχα την τύχη να ζήσω σε αγροτικό περιβάλλον για πολλά χρόνια, αφού κατάγομαι από αγροτική οικογένεια, στην Αρκαδία. Οι γονείς μου ήταν αγρότες. Έζησα αυτούς τους ανθρώπους. Όταν πήρα τον ρόλο στα χέρια μου, είδα κάτι οικείο. Παρ’ όλο που ήταν μακρινό, με γοήτευσε διπλά. Είμαι ιδιαίτερα ενθουσιώδης για αυτή τη συγκυρία, την οποία εξαιτίας αυτού του ρόλου θα χαρακτήριζα ως «peak» της πορείας μου στο θέατρο.
Ποιες είναι οι ιδιαιτερότητες της νέας αυτής πρόκλησης;
Η ιστορία του παπλωματά που τον λένε Στρατηλάτη και τον οποίο υποδύομαι, μοιάζει πολύ με την ιστορία του παππού μου, ο οποίος πολέμησε στη Μικρά Ασία. Τον παππού μου τον θυμάμαι να μιλάει συνεχώς για αυτή την ήττα κι όσα πέρασε η γενιά αυτών των ανθρώπων, που πολέμησε για τη Μεγάλη Ιδέα και τη διεύρυνση της Ελλάδας. Αυτός, λοιπόν, ο χαρακτήρας που ενσαρκώνω είναι κοντινός με την έννοια που σας προανέφερα. Είναι ένα πρόσωπο που πάσχει. Δεν μπορεί να διαχειριστεί το παρελθόν, όντας προσκολλημένος σε μια παλιά δόξα, της Μικράς Ασίας. Κι εδώ υπάρχει ένας παραλληλισμός, μιας και όλη η χώρα μας, από τότε που ιδρύθηκε το ελληνικό κράτος, ζει με το ένδοξο παρελθόν. Βεβαίως και είναι ένδοξο, αλλά είναι παρελθόν. Αυτό που έχει σημασία είναι το παρόν και το μέλλον. Στην παράσταση, λοιπόν, βλέπουμε έναν άνθρωπο που δεν βλέπει το μέλλον, γι’ αυτό βρίσκεται σε κρίση και σε αδιέξοδο. Όμως, είναι ένα πρόσωπο που πιστεύει στις σταθερές αξίες της ζωής. Τις μεγάλες, τις ωραίες ιδέες, που είναι παρεξηγημένες στον καιρό μας. Μιλάει για την πατρίδα, τη φιλία, την οικογένεια, την αγάπη των παιδιών του, ανησυχεί, οραματίζεται και είναι πιστός στον τόπο του. Ένας φοβερά σύνθετος χαρακτήρας, που έχει στοιχεία από το θέατρο του Μπέκετ. Είναι, θα έλεγα, μια πολύ μοντέρνα αντιμετώπιση, αφού, ενώ μοιάζει για γήινος, είναι ποιητικός. Είναι εξωπραγματικός, γιατί δεν επικοινωνεί με την πραγματικότητα· κινείται στον χώρο της φαντασίας και της ποίησης. Ο ρόλος είναι φοβερά δύσκολος και παράλληλα απαιτητικός. Από εκεί και πέρα, για εμένα είναι πολύ μεγάλη χαρά που τον προσέγγισα με τη βοήθεια του Θανάση Παπαγεωργίου, ενός πολύ σπουδαίου σκηνοθέτη και θεατρανθρώπου, και με τους υπόλοιπους συντελεστές, που είναι όλοι τους εξαιρετικοί. Είχα τόσο μεγάλο υποκριτικό υλικό να αντιμετωπίσω, που όχι μόνο δεν με φόβισε, αλλά μου έδωσε έναυσμα να ασχοληθώ. Το καλοκαίρι που παρέλαβα το κείμενο, μέχρι αυτή τη στιγμή που μιλάμε, δεν έπαψε να με απασχολεί ανά πάσα στιγμή και ώρα ο ρόλος. Μέχρι και την τελευταία παράσταση θα με απασχολεί. Βέβαια, αυτό μου συμβαίνει πάντα στο θέατρο, αλλά εδώ έχω παραπάνω λόγους.
Ένα κατά κοινή ομολογία διαχρονικό έργο, που, αν και γράφτηκε τη δεκαετία του ’60, είναι επίκαιρο όσο ποτέ. Πόσο δυσάρεστο είναι για εμάς σήμερα να ξέρουμε ότι έχουμε μείνει στάσιμοι;
Θα λέγαμε ότι ο Κεχαΐδης είναι προφητικός . Εκείνη την εποχή δεν θα μπορούσε κάποιος να διανοηθεί ότι θα ερχόταν ένα 2016 που θα είχαμε απεγνωσμένους ανθρώπους από τη Συρία και αλλού, που θα διέρχονταν μέσα από την Ελλάδα και θα έμεναν σε καταυλισμούς. Το έργο είναι διαχρονικό, μιλάει για την ανθρώπινη περιπέτεια, που δεν τελειώνει ποτέ.
Τι σας έχει δυσκολέψει περισσότερο στο επάγγελμα του ηθοποιού;
Είναι δύο πράγματα. Ένα είναι η ανεργία, που έρχεται κατόπιν επιλογής, γιατί μπορεί να έχεις κάποιες προτάσεις, αλλά να προτιμάς να μη δουλέψεις, διότι δεν σε καλύπτουν. Στη ζωή μου είχα κι άλλες λύσεις. Ασχολούμαι με τη ζωγραφική, έχω και αλλά ενδιαφέροντα, οπού εκεί γεφυρωνόταν το κενό. Η άλλη δυσκολία είναι η έλλειψη κοινού σε κάποιες παραστάσεις που έχω παίξει κατά καιρούς, τις οποίες τις αγάπησα πολύ, δούλεψα πάρα πολύ, αλλά δεν είχαν την αναμενόμενη προσέλευση. Αυτά τα δύο με φοβίζουν. Τίποτα άλλο.
Έχετε διαγράψει μια πολύ μεγάλη πορεία σε σύγχρονο και κλασικό θεατρικό ρεπερτόριο. Αυτό ήταν ζητούμενο όταν ξεκινήσατε την καριέρα σας;
Όταν ξεκινάει να κάνει κανείς το επάγγελμα του ηθοποιού στην Ελλάδα, δεν μπορεί να είναι τόσο συγκεκριμένος στο πώς θα καθορίσει την πορεία του και την εξέλιξή του. Όμως, θέλω να πιστεύω ότι είμαι ένας ηθοποιός που έχει κάνει μεγάλη προσπάθεια και έχει πληρώσει και το ανάλογο τίμημα, να κάνει επιλογές όσο μπορούσε πιο αυστηρές, χωρίς προκαταλήψεις. Να κινηθώ σε όλα τα είδη του θεάτρου, χωρίς να κάνω διαχωρισμούς. Ασχολήθηκα και με την κωμωδία, ενώ στο ξένο ρεπερτόριο κυρίως βρέθηκα να παίζω αμερικάνικο θέατρο, που το λατρεύω και το επεδίωξα για μεγάλο διάστημα. Έχω στον νου μου να κάνω και άλλα έργα από αμερικανικό θέατρο. Βεβαίως λατρεύω τον Τσέχωφ, τον Ίψεν και όλους τους κλασικούς, αλλά έχω κάνει και πολύ σύγχρονο ρεπερτόριο. Ο καλλιτεχνικός μου στόχος είναι συγκεκριμένος κάθε φορά, προσπαθώντας παράλληλα να μην κάνω εκπτώσεις στη δουλειά μου.
Να φανταστώ ότι νιώθετε ολοκληρωμένος;
Όχι ακριβώς. Νιώθω ικανοποιημένος. Το «ολοκληρωμένος» δεν μπορεί να συμβεί σε έναν καλλιτέχνη. Η τέχνη είναι απύθμενη· μια μεγάλη περιπέτεια που δεν τελειώνει ποτέ. Θα έλεγα, μάλιστα, ότι είμαι μάλλον στα μισά της διαδρομής, για να μη σου πω στην αρχή.
Οι μεταγλωττίσεις είναι ένα εξίσου μεγάλο κεφάλαιο. Οικονομικά πρέπει να σας έχουν στηρίξει αρκετά…
Μην το λέτε αυτό. Οι μεταγλωττίσεις προέκυψαν τα πρώτα χρόνια της καριέρας μου και τις αγάπησα πολύ. Έπαιξα χαρακτήρες που ήταν πολύ σπουδαίοι στον χώρο του καρτούν και στα σίριαλ, όπου πέρασα ευχάριστες στιγμές, και το κάνω ακόμα, όταν τυχαίνει. Έχω δεσμευτεί με κάποιους χαρακτήρες, τους οποίους έχω αναλάβει εγώ στην Ελλάδα. Εκεί που κάνετε λάθος, είναι στο οικονομικό. Σε αυτή τη δουλειά παίρνεις πολύ λίγα. Αλλά η αμοιβή στην τέχνη δεν είναι τα μόνο τα χρήματα. Το ότι η φωνή μου έγινε πολύ γνωστή μέσα από την εμπλοκή μου σε αυτή την υπόθεση, μου έχει φέρει μια ενασχόληση με κάτι που με βελτιώνει σαν ηθοποιό και, επιπλέον, αγαπάω τους χαρακτήρες που παίζω.
“Τους αγρότες τους έχω στην καρδιά μου”
Τη στάση και τα αιτήματα του αγροτικού κόσμου πώς τα αξιολογείτε;
Τον κόσμο αυτό τον έχω στην καρδιά μου. Έχω κάνει πολλές τουρνέ στην επαρχία και ξέρω πόσο αγαπάνε το θέατρο και την τέχνη οι αγρότες. Έχουν ανησυχίες και ευαισθησίες. Με αφορμή τις πρόσφατες κινητοποιήσεις τους, πρέπει να συνειδητοποιήσουν κάποια πράγματα. Ακούγονται διάφορα. Εγώ ξέρω ότι είναι άνθρωποι του μόχθου, ότι προσφέρουν στον πρωτογενή τομέα ό,τι πιο βασικό μας χρειάζεται για να ζήσουμε, τους αγαπώ και τους τιμώ παρά πολύ. Διαφωνώ, όμως, με το μπλοκάρισμα των δρόμων. Το θεωρώ απαράδεκτο. Γιατί οι αγρότες να κλείνουν τις εθνικές οδούς και δεν μπορούν οι εστιάτορες, οι δημοσιογράφοι ή οι ηθοποιοί; Να πάμε και εμείς αύριο με τα ΙΧ μας να τις κλείσουμε. Είναι ένας εκβιασμός που έχει αντίκτυπο σε όλη την κοινωνία. Πρέπει να βρουν άλλους τρόπους διαμαρτυρίας. Από εκεί και πέρα, πιστεύω ότι η Ελλάδα πρέπει να ενισχυθεί στον αγροτικό τομέα με προγράμματα και σωστή πολιτική, που θα οδηγήσει σε μια πολύ ανταγωνίσιμη γεωργία, αλλά και αλιεία. Θα πρέπει να έχουμε μεγαλύτερη και πιο οργανωμένη παραγωγή.
*Το «Πανηγύρι», σε σκηνοθεσία Θανάση Παπαγεωργίου, παίζεται στο κτίριο Τσίλλερ του Εθνικού Θεάτρου (οδός Αγίου Κωνσταντίνου), στη σκηνή «Νίκος Κούρκουλος». Παραστάσεις μέχρι 24/4.