Ο νέος αγρότης που παντρεύει το αβοκάντο Κρήτης με φέτα, ελιά και ξίδι
Να αξιοποιήσει το 25% της παραγωγής του που, λόγω δυσμορφίας, δεν πουλιόταν, αλλά και να δώσει σε ένα προϊόν το άρωμα, τη γεύση και την ποιότητα της κρητικής κουζίνας κατάφερε ο Μανώλης Λεράκης από τα Χανιά, ο οποίος μεταποιεί το αβοκάντο που παράγει σε συνοδευτικά προϊόντα. Ο Μανώλης παντρεύει την ιδέα της σάλτσας αβοκάντο, γνωστής ως γουακαμόλε, που προέρχεται από το Μεξικό, με ελληνικά προϊόντα όπως η φέτα, η ελιά και το ξίδι δημιουργώντας ένα καινοτόμο και μοναδικό προϊόν, το οποίο έχει ξεπεράσει τα ελληνικά σύνορα.
Όλα ξεκίνησαν το 2010, όταν ο Μανώλης ανέλαβε τα δέκα στρέμματα αβοκάντο που καλλιεργούσε ο πατέρας του από το 1971: «Όταν παρέλαβα τις καλλιέργειες το 2010, ένα μεγάλο ποσοστό της παραγωγής, που έφτανε έως και το 25%, απορριπτόταν ως δύσφορο. Δεν είχε κάποιο πρόβλημα ποιότητας ή γεύσης, αλλά η εμφάνισή του δεν ήταν τόσο καλή για να μπορέσει να τοποθετηθεί στα σούπερ μάρκετ. Επομένως, το εμπόρευμα αυτό για την πρωτογενή παραγωγή ήταν χαμένο, μειώνοντας έτσι και το εισόδημα. Σκέφτηκα πως η μεταποίηση θα μπορούσε να δώσει υπεραξία σε ένα προϊόν που δεν είχε καμία απόδοση. Οπότε αυτό ήταν το κίνητρο που με ώθησε να αρχίσω να διερευνώ σε συνεργασία με το Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο τη δυνατότητα να γίνει η επεξεργασία του αβοκάντο χωρίς να έχει όμως τα χαρακτηριστικά της ενζυματικής αμαύρωσης και της οξείδωσης του λίπους του, που ήταν οι δύο βασικοί παράγοντες που μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν επέτρεπαν στο προϊόν να μεταποιηθεί, ακόμα και σε χώρες που παραδοσιακά έχουν πολύ μεγάλες καλλιέργειες, όπως οι χώρες της Νότιας Αμερικής. Αφού έγιναν κάποιες έρευνες στην επεξεργασία του, με σκοπό να σταθεροποιηθεί και να έχει μεγάλη διάρκεια ζωής, τουλάχιστον έξι μηνών, καταλήξαμε σε ένα προϊόν, που δεν υπόκειτο στην ενζυματική αυτή αλλοίωση. Σταθεροποιήθηκε, δηλαδή, για να μη μαυρίζει», αναφέρει ο Μανώλης στην «ΥΧ».
Ελληνικότητα προϊόντων
Το αποτέλεσμα των ερευνών έδωσε την ώθηση και τη δυνατότητα στον Μανώλη να χρησιμοποιήσει ως βάση το αβοκάντο και να το συνδυάσει με προϊόντα που θα αναδείκνυαν την ελληνικότητά του. Συγκεκριμένα, αναφέρει πως «θέλαμε να δημιουργήσουμε συνοδευτικά προϊόντα, τα οποία να υποδηλώνουν ελληνικότητα, κρητική διατροφή, μεσογειακή παράδοση και αυτό είναι που μας διαφοροποιεί επί της ουσίας με οτιδήποτε άλλο παρασκευάζεται παγκοσμίως, γιατί στη Νότια Αμερική παρασκευάζουν απλώς μία γουακαμόλε, ένα ντιπ. Αυτό, όπως καταλαβαίνει κάποιος, δεν έχει καμία ελληνικότητα», τονίζει ο Μανώλης. Για να αναδείξει, λοιπόν, το αβοκάντο σε συνδυασμό με τη μεσογειακή διατροφή δημιούργησε προϊόντα με μυρωδικά και λεμόνι ή με ξίδι, ελιά και φέτα ΠΟΠ προέλευσης. Δημιούργησε ακόμα ένα προϊόν που έχει ως βάση το αβοκάντο και προστίθεται σοκολάτα, ώστε να υποκαταστήσει τα προϊόντα, τα οποία, κατά γενική άποψη, είναι τα λεγόμενα νουτελοειδή, τα οποία, όμως, δεν προσφέρουν κάτι στην υγεία. Αντιθέτως, είναι ανθυγιεινά.
Προώθηση προϊόντων
Τα συγκεκριμένα καινοτόμα προϊόντα μπορεί να τα βρει κανείς τόσο σε σούπερ μάρκετ όσο και σε ντελικατέσεν. Μάλιστα, ο Μανώλης τονίζει πως «στην Ελλάδα το προϊόν της ευρείας χρήσεως που είναι το ντρέσινγκ υπάρχει σε περίπου 350 σούπερ μάρκετ. Επίσης, τα προϊόντα που είναι σε βαζάκια τα βρίσκει κανείς σε όλα τα ντελικατέσεν καταστήματα. Ωστόσο, από τον Σεπτέμβριο θα αρχίσουν να πωλούνται περισσότερα είδη μέσω σούπερ μάρκετ».
Η επιτυχία, όμως, του συνδυασμού προϊόντων που σε πρώτη όψη φαίνονται αταίριαστα επιβεβαιώνεται και από τις εξαγωγές της επιχείρησης που πραγματοποιούνται στη Μέση Ανατολή και στις χώρες της Κεντρικής Ευρώπης, ενώ από τον Σεπτέμβριο θα αρχίσει η εξαγωγή τους και στη Γερμανία. «Οι επαφές που πραγματοποίησα πρόσφατα στη Γερμανία επιβεβαίωσαν την αποδοχή και του προϊόντος του αβοκάντο ως βάση και της ελληνικής του εκδοχής στην κατανάλωση, η οποία καθιστά τη σειρά μας καινοτόμα, ακόμα και σε σχέση με τη Νότια Αμερική, η οποία το μόνο που παρασκευάζει είναι μία γουακαμόλε με πολύ μικρή διάρκεια ζωής. Αυτό προκύπτει και από την έρευνα που κάναμε στη γερμανική αγορά, όπου εντοπίσαμε μόνο μία γουακαμόλε που παρασκευάζεται στο Μεξικό, η οποία όμως είναι μικρής διάρκειας, έχει δηλαδή ζωή μόνο 20 μέρες, γιατί μαυρίζει. Επίσης, δεν έχει τα χαρακτηριστικά των δικών μας προϊόντων, ούτε σε επίπεδο γεύσης ούτε σε επίπεδο χρήσης, ούτε σε επίπεδο εναλλακτικότητας», καταλήγει ο Μανώλης.