Νιτρορύπανση: Κατά 3% μειώθηκε η ρύπανση των υδάτων που προκαλείται από τον αγροτικό τομέα
Με καθυστέρηση 16 μηνών κατάφεραν τα 28 κράτη-μέλη να υποβάλουν τις εκθέσεις για την ποιότητα των υδάτων από τη νιτρορρύπανση γεωργικής προέλευσης, αφού ενώ η υποβολή προβλεπόταν για τα τέλη Ιουνίου 2016, η Επιτροπή είχε όλες τις πληροφορίες διαθέσιμες στα τέλη Οκτωβρίου του 2017, με το πόρισμα της έκθεσης να δημοσιοποιείται πρόσφατα. Παρά την καθυστέρηση, τα αποτελέσματα είναι θετικά. Σύμφωνα με τα στοιχεία που υπέβαλαν τα κράτη-μέλη για την περίοδο 2012-2015 στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η μέση απόρριψη αζώτου μειώθηκε κατά 3%.
Χαμηλά τα ελληνικά ποσοστά
Η Ελλάδα βρίσκεται ανάμεσα στις χώρες με τα χαμηλότερα ποσοστά νιτρικών ιόντων στα επιφανειακά της ύδατα.
Κατάσταση υπόγειων υδάτων
Η κατάσταση των γλυκών και υπόγειων υδάτων, που μετριέται με υπόγειους σταθμούς, έχει βελτιωθεί ελαφρώς κατά την περίοδο 2012-2015 σε σύγκριση με την προηγούμενη περίοδο αναφοράς 2008-2011, επισημαίνεται σε έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Κατά την περίοδο 2012-2015, το 13,2% των σταθμών μέτρησης υπόγειων υδάτων υπερέβαινε τα 50 mg νιτρικών ανά λίτρο και το 5,7% κυμαινόταν μεταξύ 40 και 50 mg/l. Πρόκειται για μικρή βελτίωση σε σύγκριση με την προηγούμενη περίοδο αναφοράς, κατά την οποία το 14,4% των σταθμών υπερέβαινε τα 50 mg/l και το 5,9 % κυμαινόταν μεταξύ 40 και 50 mg/l.
Υπάρχουν πολύ σημαντικές διαφορές μεταξύ των κρατών-μελών
Η Ιρλανδία, η Φινλανδία και η Σουηδία δεν είχαν, κατά μέσο όρο, σχεδόν καθόλου σταθμούς μέτρησης υπόγειων υδάτων που να υπερβαίνουν τα 50 mg/l. Αντιθέτως, στη Μάλτα, στη Γερμανία και στην Ισπανία αντιστοίχως το 71%, το 28% και το 21,5% των σταθμών μέτρησης υπόγειων υδάτων κατά μέσο όρο υπερέβαινε τα 50 mg νιτρικών ιόντων ανά λίτρο. Ωστόσο, η συγκρισιμότητα των δεδομένων μεταξύ των κρατών-μελών περιορίζεται από διαφορές στα δίκτυα και τις στρατηγικές παρακολούθησης. Το ποσοστό των νιτρικών ιόντων στα υπόγεια ύδατα της Ελλάδας δεν ξεπερνά το 15%.
Επιφανειακά ύδατα
Βελτίωση στη συγκέντρωση νιτρικών ιόντων παρουσιάζεται και στα γλυκά επιφανειακά ύδατα, καθώς οι συγκεντρώσεις νιτρικών ιόντων στο 64,3% των σταθμών παρακολούθησης ήταν χαμηλότερες από 10 mg/l, στο 2% των σταθμών οι συγκεντρώσεις κυμαίνονταν μεταξύ 40 και 50 mg/l, ενώ μόλις στο 1,8 % υπερέβαιναν τα 50 mg ανά λίτρο. Στην προηγούμενη περίοδο αναφοράς, το 2,5% των σταθμών υπερέβαινε τα 50 mg/l και το 2,5% κυμαινόταν μεταξύ 40 και 50 mg/l. Όπως παρουσιάζεται στην έκθεση , το υψηλότερο ποσοστό των σταθμών με συγκέντρωση που ισούται με 50 mg/l ή τα υπερβαίνει αναφέρθηκε στη Μάλτα, ενώ η Σουηδία, η Ιρλανδία και η Ελλάδα ανέφεραν το υψηλότερο ποσοστό σταθμών με συγκέντρωση μικρότερη από 2 mg/l.
Ευτροφισμός
Θετικά, όμως, για την Ελλάδα είναι και τα στοιχεία για το φαινόμενο του ευτροφισμού των ποταμών. Από όλα τα κράτη-μέλη που παρείχαν σχετικά στοιχεία, η Κύπρος, η Σλοβενία, η Πορτογαλία, η Ελλάδα, η Βόρεια Ιρλανδία, η Ρουμανία, η Λετονία και η Βουλγαρία σημείωσαν σχετικά χαμηλά ποσοστά ευτροφικών ή υπερευτροφικών σταθμών σε ποταμούς, ενώ η Αυστρία, το Λουξεμβούργο, η Ισπανία, η Λιθουανία, η Τσεχική Δημοκρατία, το Βέλγιο, η Κροατία και η Μάλτα παρουσίασαν σχετικά υψηλά ποσοστά ευτροφικών ή υπερευτροφικών σταθμών σε ποταμούς. Συγκεκριμένα, από όλους τους αναφερόμενους σταθμούς παρακολούθησης ποταμών, το 12% και το 7% ήταν ευτροφικοί και υπερευτροφικοί αντίστοιχα, ενώ το 31% και το 21% ήταν ολιγοτροφικοί ή άκρως ολιγοτροφικοί αντίστοιχα.
Όσον αφορά τα ποσοστά στις λίμνες, οι σταθμοί παρακολούθησης κατέγραψαν πως το 18% και το 8% ήταν ευτροφικοί και υπερευτροφικοί αντίστοιχα, ενώ το 45% και το 1% ήταν ολιγοτροφικοί ή άκρως ολιγοτροφικοί αντίστοιχα. Από όλα τα κράτη-μέλη που υπέβαλαν στοιχεία σχετικά με τον ευτροφισμό σε λίμνες, τα χαμηλότερα ποσοστά ευτροφικών ή υπερευτροφικών λιμνών ήταν στη Μάλτα, τη Ρουμανία και την Αυστρία. Τα κράτη-μέλη με σχετικά υψηλά ποσοστά ευτροφικών ή υπερευτροφικών λιμνών ήταν η Βουλγαρία, η Κροατία και η Πολωνία.
Μελλοντικές προκλήσεις
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επισημαίνει πως παρά την όποια θετική πρόοδο, η υπερφόρτωση με θρεπτικές ουσίες από τη γεωργία εξακολουθεί να είναι μία από τις σημαντικότερες πιέσεις που δέχεται το υδάτινο περιβάλλον. Το πρόβλημα αυτό πρέπει να αντιμετωπιστεί για την επίτευξη της καλής οικολογικής κατάστασης των υδάτων, σύμφωνα με την οδηγία-πλαίσιο για τα ύδατα. Επιπλέον, τονίζει πως εξακολουθούν να υπάρχουν περιθώρια για την ενίσχυση της παρακολούθησης των υδάτων σε ορισμένα κράτη-μέλη. Αυτό το γεγονός μπορεί να συμβάλει στη βελτίωση της συγκρισιμότητας των δεδομένων σχετικά με την έκταση και τις τάσεις, όσον αφορά τη ρύπανση από θρεπτικές ουσίες, καθώς και να προσφέρει πιο λεπτομερή εικόνα της συνολικής ποιότητας των υδάτων της ΕΕ και να διασφαλίσει ότι όλα τα ύδατα που έχουν υποστεί ρύπανση εντοπίζονται.